ΑΝΑΠΗΡΙΚΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΑ
1. Προϋποθέσεις ατελούς εισαγωγής
Οι ενδιαφερόμενοι πρέπει να είναι πολίτες, υπήκοοι Κράτους – Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να έχουν μία από τις παρακάτω παθήσεις:
– Πλήρη παράλυση των κάτω ή άνω άκρων ή αμφοτερόπλευρο ακρωτηριασμό αυτών.
– Κινητική αναπηρία του ενός ή και των δύο κάτω άκρων με ποσοστό αναπηρίας συνολικά 67%.
– Κινητική αναπηρία του ενός ή και των δύο κάτω άκρων με συμμετοχή του ενός ή και των δύο άνω άκρων με ποσοστό αναπηρίας συνολικά 67% από τα οποία το 40% τουλάχιστον στο ένα κάτω άκρο.
– Ολική τύφλωση και στα δύο μάτια με ποσοστό αναπηρίας 100%.
– Νοητική καθυστέρηση με δείκτη νοημοσύνης κάτω του 40%.
– Αυτισμό που συνοδεύεται από επιληπτικές κρίσεις ή πνευματική καθυστέρηση ή οργανικό ψυχοσύνδρομο με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω και είναι ανίκανοι για εργασία.
– Μεσογειακή αναιμία ή αιμορροφιλία.
– Νεφρική ανεπάρκεια τελικού σταδίου ή νεφροπαθείς μεταμοσχευμένοι.
Το παραλαμβανόμενο αυτοκίνητο πρέπει να είναι αντιρρυπαντικής τεχνολογίας.
2. Δικαιολογητικά
Προκειμένου να μπορέσει να εκτελωνιστεί ένα εισαγόμενο μεταχειρισμένο αυτοκίνητο σαν αναπηρικό απαιτείται έκδοση βεβαίωσης αναπηρίας από τα ΚΕ.Π.Α. για την πιστοποίηση της ατέλειας του αυτοκινήτου από ΑΜΕΑ.
3. Έκταση ατέλειας
Η ατέλεια που παρέχεται καλύπτει το τέλος ταξινόμησης και τα τέλη κυκλοφορίας, ο Φ.Π.Α. καταβάλλεται κανονικά.
Το παραλαμβανόμενο ατελώς αυτοκίνητο πρέπει να έχει κυλινδρισμό κινητήρα μέχρι 1650 κυβ.εκατ..
Κατ΄εξαίρεση, οι ανάπηροι που έχουν πλήρη παράλυση των κάτω άκρων ή αμφοτερόπλευρο ακρωτηριασμό αυτών με ποσοστό αναπηρίας 80% και άνω μπορούν να παραλαμβάνουν επιβατικό αυτοκίνητο με κυλινδρισμό κινητήρα μέχρι 2.650 κυβικά εκατοστά και οι ανάπηροι που έχουν πλήρη παράλυση των κάτω άκρων ή αμφοτερόπλευρο ακρωτηριασμό αυτών με ποσοστό αναπηρίας 100% μπορούν να παραλαμβάνουν επιβατικό αυτοκίνητο με κυλινδρισμό κινητήρα μέχρι 3.650 κυβικά εκατοστά.
Για τους μέχρι 1650 κυβ.εκ. δικαιούχους ανάπηρους, υπάρχει δυνατότητα παραλαβής επιβατικού αυτοκινήτου μεγαλύτερου κυβισμού, με την καταβολή ποσοστού του αναλογούντος στα αυτοκίνητα αυτά τέλους ταξινόμησης (30% για τα πάνω από1650 κυβ.εκ. και μέχρι 2000 κυβ.εκ. και 58% για τα πάνω από 2000 κυβ.εκ.). Στην περίπτωση αυτή τα τέλη κυκλοφορίας καταβάλλονται κανονικά.
Το παραλαμβανόμενο αυτοκίνητο μπορεί να οδηγείται και από άλλα πρόσωπα (ένα ή δύο) με την υποχρέωση να επιβαίνει ο ανάπηρος, ύστερα από άδεια της Τελωνειακής αρχής η οποία εκδίδεται μετά από αίτηση του, στην οποία θα δηλώνει τα πρόσωπα που επιθυμεί να το οδηγούν και τα οποία δεν πρέπει να διαμένουν μακριά από την κατοικία του. Το αυτοκίνητο μπορεί να οδηγείται και χωρίς να επιβαίνει ο δικαιούχος ανάπηρος όταν η μετακίνηση οφείλεται σε εξαιρετικές ή επείγουσες περιστάσεις ή γίνεται αποκλειστικά και μόνο για λόγους εξυπηρέτησης των αναγκών του ανάπηρου.
Η διάθεση του αυτοκινήτου σε άλλες χρήσεις εκτός από την εξυπηρέτηση των αναγκών του ανάπηρου συνεπάγεται την επιβολή κυρώσεων.
Σε περίπτωση που το αυτοκίνητο πάψει για οποιονδήποτε λόγο να χρησιμοποιείται για τις ανάγκες του ανάπηρου, πρέπει μέσα σε έξι (6) μήνες να καταβληθούν οι οφειλόμενοι φόροι ή να μεταβιβαστεί σε άλλο πρόσωπο δικαιούχο ατελείας ή να εγκαταλειφθεί υπέρ του Δημοσίου.
Το αυτοκίνητο μπορεί να μεταβιβαστεί αφού καταβληθεί το 30% του αναλογούντος τέλους ταξινόμησης μετά την πάροδο πέντε ( 5) χρόνων από την ημερομηνία παραλαβής του, ύστερα από έγκριση της Δ/νσης Τελωνείων Αττικής(πλ. Αγ. Νικολάου – Πειραιάς). Στην περίπτωση όμως αυτή ο ανάπηρος δεν μπορεί να εισάγει άλλο αυτοκίνητο ατελώς.
Αντίθετα, αν η μεταβίβαση ή η αλλαγή χρήσης του αυτοκινήτου γίνει μετά την πάροδο 7 ετών από την ατελή παραλαβή του, το αυτοκίνητο μεταβιβάζεται ελεύθερα και ο ανάπηρος έχει το δικαίωμα να παραλάβει και άλλο αυτοκίνητο ατελώς με τις ίδιες διατάξεις, εφόσον πληρούνται και οι λοιπές προϋποθέσεις.
Ο περιορισμός του ορίου της ηλικίας των 70 ετών ισχύει μόνο όταν η άσκηση του σχετικού δικαιώματος γίνεται για πρώτη φορά και συνεπώς οι δικαιούχοι ανάπηροι πολίτες που έχουν ήδη παραλάβει επιβατικό αυτοκίνητο μπορούν να το αντικαταστήσουν με τις ίδιες διατάξεις, λόγω παλαιότητας ή καταστροφής για άλλους- εκτός της κλοπής- λόγους, έστω και μετά τη συμπλήρωση του 70ου έτους της ηλικίας τους.